Μεταφέρω την ιστορία όπως ακριβώς μου την έστειλε ο δημιουργός του, ο Θεόφιλος Ματθαίου:
Στις αρχές του 2000 στη Θεσσαλονίκη υπήρχε μια γενικότερη μουσική σιωπή. Δεν έβλεπες να παίζουν νεαρές παρέες έξω σε καφενεία και μαγαζιά. Δεν υπήρχε έννοια live στο κέντρο της πόλης πέρα από κάποιες μουσικές σκηνές εκτός κέντρου. Αργότερα το 2006 έγινε ένα “μπουμ” από καινούργιους χώρους ύστερα από την εμπειρία του καφωδείου “Ελληνικόν” και διάφορες κινητοποιήσεις στο φοιτητικό χώρο.
Λοιπόν εκείνα τα χρόνια είχα μια παρέα που απαρτιζόταν από παλιούς συμμαθητές του σχολείου, από το ωδείο, από το χωριό και το πανεπιστήμιο. Με έναν μαγικό τρόπο είχαν συνδεθεί όλοι τους και μας ένωνε η αγάπη για τη μουσική και τα τραγούδια. Θυμάμαι αρχίσαμε να βγαίνουμε σε καφενεία του Μπιτ Παζάρ (ιδίως “στου Σωτήρη”) όπου τραγουδούσαμε μέχρι τελικής πτώσεως. Μπουζούκια, κιθάρες, ακορντεόν εγώ, βιολί, ούτι, κρουστά και τραγούδι όλοι. Ήμασταν μια μεγάλη και αγαπημένη παρέα, οι περισσότεροι φοιτητές πια σε κάποια σχολή, οι οποίοι μαζευόμασταν τακτικά για γλέντι, πηγαίναμε εκδρομές και συναυλίες ανά την Ελλάδα.
Κατά το 2004, μετά το καλοκαίρι των Ολυμπιακών Αγώνων, μετοικώ για σπουδές στην Αθήνα. Ο Ευριπίδης (ο κιθαρίστας) ήταν ήδη φαντάρος και σε κάθε του έξοδο οργανώνει γλεντάκι για να ξεσκάει. Κι εγώ όταν ανέβαινα Θεσσαλονίκη βρίσκαμε λόγο (χωρίς κάποιο ιδιαίτερο λόγο) να βρεθούμε. Υπήρχε μεταξύ μας το σύνθημα “γλέντι παντού”!
Κάποια στιγμή ήρθε η ώρα να πάει ο Μήτσος (ο μπουζουξής) στο στρατό, οπότε οργανώσαμε αποχαιρετιστήρια συνάντηση και κούρεμα, διότι ο Μήτσος είχε πολύ μακριά μαλλιά. Τι να λέμε! Έγινε χαμός εκείνο το βράδυ! Πήγαμε σε ένα άδειο μαγαζί και μισή ώρα αφού ξεκινήσαμε έγινε το έλα να δεις! Κοσμοσυρροή και κούρεμα! Μετά από πολλές ώρες οι γείτονες έκαναν παρατήρηση κι έτσι αναγκαστήκαμε να φύγουμε για να συνεχίσουμε κάπου αλλού. Όλοι βέβαια ήμασταν μεθυσμένοι και έπεσε η ιδέα να μην πάμε να κάτσουμε κάπου, αλλά να το πάμε περπατώντας. Βενιζέλου-Λιμάνι-Λεωφόρος Νίκης και ανηφόρα την πλατεία Ναυαρίνου. Όλοι μας κοιτούσαν σαν εξωγήινους. Από πού ξεφυτρώσατε μάς έλεγαν! Περνώντας την κλούβα των ΜΑΤ στην πλατεία Ναυαρίνου – Τσιμισκή (την εποχή της τρομοϋστερίας και της νατοϊκής ομπρέλας για τους Ολυμπιακούς) οι αστυνόμοι δεν καταλάβαιναν τι είναι αυτός ο βραδινός μεθυσμένος θίασος. Τα junkie της πλατείας μας κοιτούσαν και φωνάζαν “μπράβο ρε παιδιά”!
Μετά από κάποιους μήνες ο Μήτσος που έχει παρουσιαστεί Αυλώνα Αττικής, στην έξοδό του μου λέει, “έρχομαι σπίτι σου”. Τότε έμενα στο αρχαιολογικό μουσείο κοντά στα Εξάρχεια. Ήταν εκείνο το απόγευμα που μπήκα στην έμπνευση να φτιάχνω το τραγούδι. Χτυπάει θυροτηλέφωνο και με το που μπαίνει, ούτε γεια λέμε, του λέω πιάσε μπουζουκάκι γράφω για σένα τραγούδι! Το ίδιο βράδυ πήρα το Μήτσο μάζεψα και μια παρεούλα από καινούργιους φίλους Αθηναίους και πήγαμε στο Ηρώδειο και το παίξαμε. Όχι μέσα αλλά από έξω στην Διονυσίου Αεροπαγίτου! Ως το πρωί ρετσίνες, μπύρες και ρομαντζάδα κάτω από την Ακρόπολη!!!
Πατήστε ΕΔΩ για να κατεβάσετε το τραγούδι!